O ΔHMOTIKΩTEPOΣ ANΘPΩΠOΣ THΣ HPΩΙKHΣ ΦINΛANΔIAΣ
Δεν χρειάζεται να είνε κανείς φανατικός μουσικόφιλος για να γνωρίζη το “Λυπητερό βαλς”, όπως και τον “Θάνατο της Ας”. Το ραδιόφωνο μας μεταδίδει τακτικώτατα τα δύο αυτά κομμάτια, που όλοι μας ξέρουμε ότι το δεύτερο είναι του Γκρηγκ, και το πρώτο του Σιμπέλιους.
Πιθανόν όμως ν’ αγνοούν πολλοί ότι οι πρώτες ιδέες, που ενέπνευσαν αυτές τις περίφημες μουσικές συνθέσεις, έχουν κάποτε ομοιότητες μεταξύ τους.
Ο “Θάνατος της Ας” είνε ένα μέρος από την μουσικήν της σκηνής, την οποίαν συνέθεσεν ο Γκρηγκ για το θεατρικό δράμα του Ίψεν, τον “Περ Γκυντ”. Μια γρηά μητέρα είνε στα τελευταία της. Και ο γυιος της προσπαθεί να πραΰνη την επιθανάτιο αγωνία της και της διηγείται πως την σέρνει με το έλκυθρο ανάμεσα στη στέππα. Έτσι, η γρηούλα, χωρίς να το νοιώση, γλυστράει απαλά από τον ένα κόσμο στον άλλον.
Το «Λυπητερό βαλς» είνε επίσης βγαλμένο από ένα δράμα του Γιάρνεφελτ.[1] Κι’ εδώ είνε η ιστορία μιας μητέρας, που βρίσκεται στο χείλος του θανάτου. Το παραλήρημα την μεταφέρει σε μιαν αίθουσα χορού. Ο γυιος της μάταια προσπαθεί να την εμποδίση να χορέψη. Χορεύει με όλους του χορευτές μέχρι του τελευταίου, που είνε ο ίδιος ο θάνατος.
Κι όπως ο «Θάνατος της Ας» επέβαλε παντού το όνομα του Nορβηγού μουσικού, έτσι και το «Λυπητερό βαλς» έκανε πασίγνωστον τον συνθέτη του, μολονότι αυτό είνε ένα από τα μικρότερα έργα του.
Γιατί η μεγαλύτερη αξία του Σιμπέλιους και εκείνο, που μας κάνει να τον θαυμάζουμε περισσότερο, είνε ότι μας εγνώρισε καλύτερα από κάθε άλλον, την ηρωϊκήν χώραν του. Δεν είνε υπερβολή αν πούμε ότι ο Σιμπέλιους είνε τόσον δημοφιλής σήμερα στην Φινλανδία όσον και ο Μάννερχέιμ.[2]
Η Φινλανδία δεν είνε μόνον η χώρα των πολλών λιμνών, αλλά και η χώρα των δέκα χιλιάδων τραγουδιών. Σε κανένα μέρος του κόσμου η μουσική δεν είνε τόσον πλούσια, τόσον φυσική, τόσον αυθόρμητη όσον στην Φινλανδία. Έχουν τραγούδια για όλες τις στιγμές της ζωής, που βγαίνουν από την ίδια την απλοϊκή καρδιά των ανθρώπων της χώρας αυτής. Και να, για παράδειγμα, αυτό το νανούρισμα, που είνε μιας απλής χωριατοπούλας των περιχώρων του Όουλου:
Kοιμήσου σπουργιτάκι μου.
O ύπνος χτυπάει την πόρτα μας.
Και ο ύπνος λέει:
“Δεν είν’ εδώ κάποιο γλυκό παιδάκι που θέλει να κοιμηθή;
διάβηκα τα χιόνια.
Χωρίς να μ’ αγγίση μια νεράιδα
Για νάρθω να το πάρω.
Και να το πάω στη μεγάλη λευκή σιωπή…
Κοιμήσου σπουργιτάκι μου,
Κι ανοίγω εγώ την πόρτα στον ύπνο.
Οι Φινλανδοί συνοδεύουν του είδους αυτού τα τραγούδια μ’ ένα παλαιότατο μουσικό όργανο, που το λένε «κάντελε» και που μέσα στην περίφημη εθνική εποποιΐα, την «Κάλεβάλα», αναφέρεται ως η «μαγική πηγή της αιώνιας χαράς».
Διηγούνται πως όταν ο Σιμπέλιους ήταν μικρό παιδάκι έφτιασε μια «κάντελε» από φλοιόν σημύδας. Αυτό δείχνει πως είχε μέσα του το αίμα της ράτσας, της ράτσας των ανθρώπων των δασών.
Το ότι έχει μια τέτοια καταγωγή επιβεβαιώνεται και από το όνομά του. Η κατάληξη «ιους» που μας φαίνεται λατινική, στην Φινλανδία είνε το σημάδι της πιο αυθεντικής αριστοκρατίας. Πιστοποιεί, όπως για τον Bαλλένιους,[3] τον νικητήν του Σούομμουσσάλμι, τις οικογένειες των «μεγάλων υλοτόμων» της Φινλανδίας.
Οπωσδήποτε κανένα λαϊκό όργανο δεν μπορεί καλύτερα από κάντελε, με τη συνήχησι των χαμηλών χορδών της και το διαυγές αποστάλαγμα των υψηλών χορδών, να θυμίση την καταιγίδα, που έρχεται από την Bαλτική, και την χιονοθύελλα, που έρχεται από τον Bορρά.
Με την κάντελε στο χέρι ο μικρός Σιμπέλιους έφτιαχνε δικά του τραγούδια.
Γυιος ενός αρχιάτρου, ο Iωάννης Σιμπέλιους, όταν έφθασε σε ηλικία 18 ετών έπρεπε ν’ αποφασίση τι στάδιον θ’ ακολουθήση.
Αλλά πιάνοντας παρέα με τους φοιτητάς του Eλσίνκι, που σχημάτιζαν ωδικούς ομίλους, δεν άργησε να καταλάβη ποια ήταν η πραγματική του κλίσις. Κι αυτή ήταν η μουσική. Αρχίζει λοιπόν να μελετά πρώτα στην Γερμανία έχοντας δάσκαλο τον Γιοχάνες Mπραμς, που ήταν μεταξύ των αντιπάλων του Pίχαρδ Bάγνερ. Ίσως βρίσκεται κάποτε ακόμη στην τέχνη του κάτι από τον ακαδημαϊσμό εκείνον, που εδιδάχθη στην γερμανική σχολή. Αλλ’ αυτό συμβαίνει όταν το τραγούδι του δεν εμπνέεται από τη χώρα του, τη σοβαρή και ήρεμη χώρα, με τα έλατα και τις σημύδες της.
Ο Σιμπέλιους ήντλησε κυρίως την έμπνευσί του από την «Κάλεβάλα». Από θέματά της εμπνεύστηκε κι έγραψε τον «Kύκνο του Tούονελα». Και το «Ένα παραμύθι», που έγιναν λαϊκά. Μα έγραψε ακόμη περίφημες μελωδίες και επτά συμφωνίες που είνε κλασικές.
Το συμφωνικό του έργο θα το συνεπλήρωνεν εφέτος με την «Συμφωνία του σπορ», που την συνέθεσεν επ’ ευκαιρία των Oλυμπιακών αγώνων. Τώρα η Συμφωνία αυτή, ως την ημέρα που είχαν ορισθή οι αγώνες, που φυσικά δεν θα γίνουν, μπορεί να μετατραπή, προσθέτοντας μερικές φανφάρες ο συνθέτης, σε «Συμφωνία της Nίκης». Στη συμφωνία του αυτή ο Σιμπέλιους δεν ψάλλει κάτι, που του είνε άγνωστο. Η αλκή του είνε πιστότατα συνδεδεμένη με τον αθλητισμόν. Στη νεότητά του ήταν πρωταθλητής της δισκοβολίας. Και τώρα ακόμη, που είνε 72 χρονών, εξακολουθεί να ασκήται, στο δρόμο, στο σκι και στο κολύμβημα. Αλλως τε σ’ αυτά οφείλει, καθώς και στο «σάουνα» (το φινλανδικό λουτρό ατμού και χιονιού), την θαλερότητά του. Ο ίδιος μάλιστα λέει πως κατέχει το μυστικό για να ζήση ως εκατό ετών.
Άνθρωπος των δασών, σαν αληθινό παιδί του Σούμι [Φινλανδία], είνε και υλοτόμος στην ψυχή. Του αρέσει να πηγαίνη κάθε πρωί στο δάσος και να βοηθή τους ξυλοκόπους στη δουλειά τους. Μετά τη δουλειά τους μαζεύει όλους και τραγουδούν. Και τότε κάτω από τα φυλλώματα των δένδρων, που μοιάζουν το θόλο εκκλησίας, υψώνεται το εθνικό του έργο: η Φινλανδία.
Όταν ακούη κανείς τη μουσική του Σιμπέλιους μεταφέρεται στον εγκάρδιο, τον ήσυχο εκείνο τόπο, την ηρωϊκή εκείνη χώρα, που δεν εννοεί να εγκαταλείψη, μολονότι τον πιέζουν, γιατί θέλει ν’ ακολουθήση μέχρι τέλους την υπέροχη συμβουλή της «Κάλεβάλα»: Mην κάνης τίποτε άλλο κι’ άκουε μονάχα τη φωνή του ελάτου, που στη ρίζα του είνε κτισμένη η κατοικία σου.
Γιατί η Φινλανδία, ένα από τα τελευταία άσυλα των ονείρων μας, λέγει ο Zώρζ Nτυαμέλ, είνε και το ασφαλέστερο άσυλο της μουσικής, που δεν είνε τίποτε άλλο από την ειρήνη μεταξύ των ανθρώπων…
ZOZE MΠPYP
ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ, 27 Φεβρουαρίου 1940
[1] Γιάρνεφελτ, Άρβιντ (Järnefelt, Arvid, 1861-1931): Φινλανδός συγγραφέας. Καταπιάστηκε με τα προβλήματα των κολλήγων και διακήρυξε τα ιδανικά της γνήσιας, ταπεινής ζωής, τη σημασία της χειρονακτικής εργασίας, τη σπουδαιότητα της αγάπης προς τον πλησίον.
[2] Μάννερχέιμ (Carl Gustaf Emil Mannerheim, 1867-1951): Αξιωματικός του ρωσικού στρατού στην περίοδο της αυτονομίας, μια από την κυριότερες μορφές της ανεξάρτητης Φινλανδίας. Επικεφαλής του στρατού της Φινλανδικής Δημοκρατίας στον εμφύλιο του 1918 και κατά την περίοδο 1939-1945. Πρόεδρος της Δημοκρατίας (1944-1946).
[3] Βαλλένιους (Wallenius, Κurt Martti, 1893-1984): Ο στρατηγός Βαλλένιους εκπαιδεύτηκε στη Γερμανία. Πήρε μέρος στο φινλανδικό εμφύλιο πόλεμο με τον εθνικό στρατό (1918). Κατά τη διάρκεια του «Πολέμου του Χειμώνα» ήταν επικεφαλής των φινλανδικών δυνάμεων στη Λαπωνία. Στα τέλη Φεβρουαρίου του 1940 ανέλαβε τη διοίκηση της άμυνας στο Βίιπουρι για λίγες μόνο μέρες. Στη συνέχεια πέρασε στις εφεδρείες.